- βαβ
- και βάου και γαβ και γάου (Α βαύ)ο χαρακτηριστικός ήχος του γαυγίσματος.[ΕΤΥΜΟΛ. Ηχομιμητική λ.].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Βαβ ή Μπαμπ, Αλή Μοχάμετ — (Ali Muhamamd Bab, 1819 1850). Πέρσης θρησκευτικός μεταρρυθμιστής. Το όνομα Β. σημαίνει στα περσικά θύρα ή πύλη, και υπονοεί ότι μόνο μέσω αυτής μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος τη γνώση του Θεού. Είναι ιδρυτής της μουσουλμανικής αίρεσης του… … Dictionary of Greek
N = 2 superconformal algebra — In mathematical physics, the N = 2 superconformal algebra is an infinite dimensional Lie superalgebra, related to supersymmetry, that occurs in string theory and conformal field theory. It has important applications in mirror symmetry.… … Wikipedia
βαβίζω — (Μ βαβύζω) γαβγίζω νεοελλ. 1. βρίζω, κατηγορώ 2. μουρμουρίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Από την ηχομιμητική λ. βαβ*, που μιμείται το γάβγισμα του σκύλου] … Dictionary of Greek
βαυ — βαύ (Α) βλ. βαβ … Dictionary of Greek
συντακτός — ή, όν, Α [συντάσσω] 1. συντεταγμένος με κάποιον 2. φρ. «πρᾱγμα συντακτὸν περί τινος» (ως ορισμός) το κατηγόρημα (Διογ. Βαβ.) … Dictionary of Greek
βαβισμός — Διδασκαλία του Βαβ (βλ. λ.) και των διαδόχων του. Περιέχεται σε δύο βιβλία, το Μπαγιάν (Έκθεση) και το Κιτάπ ι Ακντάς (Υπεράγιο βιβλίο). Πρόκειται για μεταρρυθμιστική διδασκαλία του ισλαμισμού, που διατυπώθηκε με διάθεση κριτικής κατά του… … Dictionary of Greek
Μπαμπ, Αλί Μοχάμετ — Ιρανός θρησκευτικός ηγέτης (βλ. λ. βαβισμός) και μεταρρυθμιστής. Βλ. λ. Βαβ ή Μπαμπ, Αλή Μοχάμετ … Dictionary of Greek